Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013

Άγγελος Εξάψαλμος

Ομολογώ ότι προ λίγων ημερών βρέθηκα αμήχανος μεταξύ διασταυρούμενων πυρών. Όχι ότι έλαβε χώρα κάποια επίσημη σύγκρουση, αλλά με αφορμή τις συναυλίες που έδωσε ο Διονύσης Σαββόπουλος στο Gagarin 205 πριν από περίπου δέκα ημέρες, ο μεν Δημήτρης Κανελλόπουλος ανέβασε μια σκληρή κριτική στο e-tetradio, ο δε Φοίβος Δεληβοριάς δημοσίευσε στην προσωπική του σελίδα άρθρο υπεράσπισης του καλλιτέχνη απέναντι στις απανταχού φωνές που τον κατέκριναν για άλλοτε άλλα ζητήματα, τόσο καλλιτεχνικά όσο και προσωπικών επιλογών. Καθώς εκτιμώ και τους δύο, τόσο τον Κανελλόπουλο ως δημοσιογράφο όσο βέβαια και τον Φοίβο ως τραγουδοποιό, με απασχόλησε το προς το πού έκλινε η δική μου τοποθέτηση απέναντι στον σπουδαίο Νιόνιο. Προκαταβολικά ενημερώνω ότι, παρά τις σημαντικές αλήθειες που κατά τη γνώμη μου περιλαμβάνονται και στα δύο κείμενα, με πίκρα και λύπη τοποθετούμαι στο πλευρό του Κανελλόπουλου. Και θα προσπαθήσω να το εξηγήσω όσο μπορώ. 
Καταρχήν να ξεκαθαρίσω ότι αν δεν εφημέρευα τις ημέρες εκείνες, ήταν πολύ πιθανό να πάω κι εγώ στο Gagarin. Για ποιον ακριβώς λόγο, δεν ξέρω. Ο καλός μου εαυτός θα πήγαινε με την ελπίδα να ξαναζήσει αυτό το ντελίριο χαράς και ανάτασης που είχε βιώσει πριν από δεκαπέντε και βάλε χρόνια, όταν ο Σαββόπουλος κυριολεκτικά ισοπέδωσε το αμφιθέατρο της Σπάρτης με μια εκπληκτική ορχήστρα όπου δέσποζε η φιγούρα του νεαρού τότε Πιερρακέα στις κιθάρες, σε ένα Διονυσιακό πανηγύρι άνευ προηγουμένου. Ο μικρός Κωστάκης έλιωνε εκείνα τα ωραία χρόνια τις κασέτες με τα πρώτα -και κορυφαία- πονήματα του Νιόνιου και το Περιβόλι του Τρελού όπως και ο Μπάλος είχαν ήδη αποκτήσει τη δική τους ξεχωριστή θέση στα all time αριστουργήματα απ' όλα τα είδη μουσικής. Ο κακός μου εαυτός, που προβάλλει και με μια σχετικά μεγαλύτερη ευχέρεια, θα πήγαινε για να διαπιστώσει ιδιοις όμμασι αν το καλλιτεχνικό κενό που χαρακτηρίζει την παρουσία του Σαββόπουλου τα τελευταία χρόνια θα μπορούσε να ανατραπεί έστω για ένα βράδυ, όταν θα βρισκόταν επί σκηνής με σπουδαίους μουσικούς (Κιουρτσόγλου, Καρίπης, Πλακίδης) και σπουδαία τραγούδια. Δυστυχώς δεν πήγα, αλλά μάλλον δε θα άλλαζε και κάτι στην προσέγγισή μου απέναντί του. 
Με αφορμή παντως τη συναυλία, ο Κανελλόπουλος περνά τον Νιόνιο γενιές δεκατέσσερις, διαπιστώνοντας πέραν μιας αναιμικής σκηνικής παρουσίας και -ίσως αυθαίρετα- μια δυσφορία του τραγουδοποιού να υποστηρίξει μνημειώδη και βαρυσήμαντα τραγούδια του που έρχονται πλέον σε ευθεία σύγκρουση με τις απόψεις που διατυμπανίζει ο Σαββόπουλος τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια, με αυτή την τελευταία διαπίστωση να μην είναι καθόλου, μα καθόλου αυθαίρετη. Από την άλλη ο Δεληβοριάς καλεί το ακροατήριο να μην εξετάζει το σαββοπουλικό έργο σε ζεύξη με την πολιτική υπόσταση του τραγουδοποιού, καθότι αυτό είναι "καθαρός βιασμός του πώς λειτουργεί το πνεύμα" και "κανένας αριστερός δεν θα έπρεπε να βλέπει ποτέ Χίτσκοκ ή να ακούει Βαμβακάρη και κανένας δεξιός ν’ ακούει Clash ή Θεοδωράκη" (ή εγώ να διαβάζω Ελρόυ). Ανεξάρτητα του αν τελικά ο καλλιτέχνης παύει να έχει την υποχρέωση να υποστηρίζει το έργο του για να έχει αυτό την πλήρη σημειολογία του ή αν το έργο μπορεί να επιτελέσει τον όποιο σκοπό του απελευθερωμένο από τα βαρίδια ή τη μετριότητα της λοιπής, πλην της καλλιτεχνικής, υπόστασης του δημιουργού του, ερώτημα στο οποίο παραδέχομαι ότι δεν μπορώ νηφάλια να απαντήσω, ο Δεληβοριάς νομίζω ότι κάνει κάποιο λάθος. Και το λάθος έγκειται στο ότι κανένας από τους καλλιτέχνες που χρησιμοποίησε ως παραδείγματα δεν καταπίεσαν τα έργα τους. Διαννοήθηκαν οι Clash να αλλάξουν τους στίχους στο London's Burning ή στο White Riot; Πέρασε ποτέ από το μυαλό του Jagger να ανακαλέσει το Street Fighting Man ως προπαγανδιστικό υπέρ της βίας, ακόμη και τώρα που συναναστρέφεται αποκλειστικά και μόνο με το διεθνές jet set; Αντιθέτως, ο Σαββόπουλος το έχει κάνει και μάλιστα κατ' επανάληψη. Στην πρόσφατη συναυλία του μετέτρεψε ως δια μαγείας τον χαφιέ σε μπαχαλάκη (κύριος οίδε ποιον καλλιτεχνικό σκοπό υπηρετούσε η αλλαγή αυτή), ενώ παλιότερα σε συναυλία-αφιέρωμα στο Χατζιδάκι φρόντισε να προσθέσει ένα "δεν" στους στίχους του Κεμάλ, κακοποιώντας τον καταληκτικό στίχο σε "με φωτιά και με μαχαίρι ο κόσμος δεν προχωρεί". Στην ουσία, δηλαδή, ο Σαββόπουλος κάνει αυτό ακριβώς που μας καλεί ο Δεληβοριάς να μην κάνουμε. Μπλέκει τη δική του πολιτική τοποθέτηση με το έργο τόσο το δικό του, όσο και άλλων καλλιτεχνών και το φέρνει στα δικά του μέτρα, δικαιώνοντας έτσι απόλυτα τον Κανελλόπουλο στην κριτική του. 
Πραγματικά όλα τα παραπάνω τα έγραψα με πόνο ψυχής. Είχα τον Σαββόπουλο βαθειά στην καρδιά μου, αλλά νομίζω ότι πλέον η σχέση μου με αυτόν -αλλά όχι με το έργο του- εχει πλήρως διαρραγεί. Και αυτό όχι τόσο γιατί νιώθω βαθιά προσβεβλημένος κάθε φορά που τον ακούω να υμνεί τη σημιτική οχταετία ή τη σημερινή συγκυβέρνηση, όσο γιατί την ασέβεια που δείχνει ο ίδιος απέναντι στην τεράστια παρακαταθήκη του. 
Αλλιώς κανένας αριστερός δεν θα έπρεπε να βλέπει ποτέ Χίτσκοκ ή να ακούει Βαμβακάρη και κανένας δεξιός ν’ ακούει Clash ή Θεοδωράκη - See more at: http://www.ogdoo.gr/portal/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=5992&Itemid=13#sthash.sR29b5Fe.dpuf Πηγή: www.ogdoo.gr

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Το φίδι έξω από τ' αυγό

Παρακολουθώντας τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών και προσπαθώντας να καταστείλω παράλληλα αυτό το αίσθημα τάσης προς έμετο που όλο και περισσότερο πάει να χρονίσει χωρίς επ' ουδενί να φταίει γι' αυτό η βραδεία και ατελής μου χώνεψη, καταλήγω πλέον με βεβαιότητα στο εξής συμπέρασμα. Ότι η ελληνική κοινωνία μου θυμίζει τον Πίτερ Σέλερς. Όχι όμως οποιονδήποτε ρόλο του, αλλά αυτόν τον μεγαλειώδη του κρυφοναζί στρατιωτικού που συντονίζει τις πολεμικές επιχειρήσεις για λογαριασμό των ΗΠΑ στο μνημειώδες Dr. Strangelove ή SOS Πεντάγωνο Καλεί Μοσχα, αν προτιμάτε. Η φιλοπόλεμη περσόνα που ενσαρκώνει ο Σέλερς, προσπαθεί επί ματαίω να χαλιναγωγήσει τη σχεδόν αντανακλαστική ανάταση της χειρός σε φασιστικό χαιρετισμό για να μην καρφωθεί στους υπόλοιπους του επιτελείου. Κάπως έτσι βλέπω να ξεπροβάλλουν τεντωμένα χεράκια και να μου θολώνουν το ήδη ομιχλώδες τοπίο. Στην άκρη δεν καταλήγουν ούτε σε μούντζα, ούτε σε κωλοδάχτυλα, παρά μόνο σε μια κλειστή παλάμη, η οποία δεν φαίνεται μάλιστα να τρέμει στο ελάχιστο από ντροπή ή από το βάρος της ιστορικής προσβολής που επιτελεί τη στιγμή εκείνη. Είτε αυτός στον οποίο ανήκει το χέρι λέγεται Μιχαλολιάκος είτε Κατίδης, η συχνότητα του φαινομένου αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο χωρίς να εκλύει τα ρίγη αηδίας και την αποδοκιμασία που εγώ σα μαλάκας περίμενα, αλλά αντίθετα να βρίσκει πλήθος αυτόκλητων υπερασπιστών στα ραδιόφωνα που βεβαιώνουν την αρχαιοελληνική καταγωγή του χαιρετισμού (και άρα την αθωότητά του, αν όχι και τον περιφανή χαρακτήρα του). Γερμανοί νεοναζί προσκαλούνται, κυκλοφορούν και φωτογραφίζονται στο ελληνικό κοινοβούλιο ως -τάχα- δημοσιογράφοι και όταν αποκαλύφθηκε η ταυτότητά τους δεν ασχολήθηκε ουδείς, ακόμη κι αν η οργάνωση στην οποία ανήκουν έχει κατηγορηθεί για επιθέσεις εναντίον -και Ελλήνων- γκασταρμπάητερ στη Γερμανία (εξαιρετικό το ρεπορτάζ του Spy-Jungle Report στο τελευταίο τεύχος του Unfollow). Ο Κασιδιάρης αλύχτησε κάποια γελοία δικαιολογία, αυτή έγινε απόλυτα δεκτή από τους θεματοφύλακες της τηλεοπτικής δημοκρατίας και της κατάλυσης κάθε εθνικής μνήμης πριν καν βάλει τελεία και το θέμα θεωρήθηκε λήξαν. Κι έρχεται κάπου εδώ ο άλλος μου εαυτός και με επιπλήττει. Τι σου κάνει εντύπωση ρε ονειροπαρμένε; Πρώτη φορά, μου λέει, τα βλέπεις; Δεν τα είχες δει όταν οι ιδιοι του οι συμμαθητές ειρωνεύονταν τον φίλο σου κατά την ανάγνωση των ονομάτων των νεκρών του Πολυτεχνείου παίζοντας σαρκαστικά από πάνω την ώρα που μιλούσε ένα ρέκβιεμ; Τα ίδια χαζά γελάκια δεν έβλεπες και στον εορτασμό της επετείου του δικού σου σχολείου; Εσύ δεν έσπαγες πλάκα με κάποιον από τους πολλούς ψυχικά ασθενείς της Σπάρτης, τον οποίο δεν βρέθηκε καμία κοινωνική δομή να προστατεύσει από το αιμοβόρο πλήθος του οποίου κι εσύ υπήρξες μέλος; Δεν έβλεπες τον αδύναμο, τον περίεργο, τον θηλυπρεπή να μαρτυράει κάθε μέρα στο σχολείο; Πόσα χρόνια συμβαίνει στο χωριό σου να καταδίδει ο γαιοκτήμονας τους μετανάστες χωρίς έγγραφα στην αστυνομία αμέσως μετά τη συγκομιδή της σοδειάς και αμέσως πριν την πληρωμή; Πάντα έτσι ήταν, απλά εσύ έβγαλες τώρα την τσίμπλα από τα μάτια. Ούτε Ξένιος Δίας υπήρξε ποτέ, ούτε κοινωνική αλληλεγγύη. Ποτέ το χέρι του διπλανού δεν ήταν ανιδιοτελώς προτεταμένο προς βοήθεια. Πάντα ο γείτονας κρυφοκοίταζε από το ματάκι της πόρτας του και εποφθαλμιούσε για τη δική σου δυστυχία. Πάντα έτσι ήταν. Πάντα τα φίδια ήταν έξω από τ'αυγά τους. 

Clive, Keep on Running to the Hills...

Επειδή στο προαιώνιο ερώτημα "Iron Maiden ή Metallica", η απάντησή μου είναι αναφανδόν υπέρ της Σιδηράς Παρθένας (μέχρι και σε ραδιοφωνικό διαγωνισμό του βυθισμένου Ατλαντίς FM έχω ψηφίσει σχετικά), επειδή δύσκολα θα υπάρξει έπος εφάμιλλο του Number Of The Beast στην ιστορία του rock 'n' roll, καθώς επίσης κι επειδή το drumming του Clive Burr στο album είναι πραγματικά αξεπέραστο, οφείλω να του ευχηθώ να συνεχίσει να τρέχει στους λόφους και να καλπάζει στα τύμπανα, απαλλαγμένος πλέον από τη σκλήρυνση κατά πλάκας, ακόμη και μετά θάνατον.


Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Ούγκο Τσάβες, κουκιά μετρημένα

Θα μπορούσα να αρκεστώ στο εξής ακλόνητο επιχείρημα. Ότι αν σε βρίζει ακόμη και μετά θάνατον ο Πρετεντέρης, ο Πορτοσάλτε, ο Μπάμπης Παπαδημητρίου και ο μαλακισμένος γιος του Μπόμπολα, αυτομάτως έχεις δίκαιωθεί. Ότι αν σε συκοφαντούν νυχθημερόν οι καναλάρχες και ο πρόεδρος των βιομηχάνων της Βενεζουέλας, ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος και διάφορες -σύμφωνα με δική τους παραδοχή- χρηματοδοτούμενες από τις ΗΠΑ δήθεν Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, εσύ είσαι ο καλός και οι άλλοι οι κακοί. Είναι τόσο προφανές για τον κοινό νου που θα μπορούσα στο σημείο αυτό να βάλω τελεία και παύλα στην ανάρτηση. Αλλά, αφού όλοι οι προαναφερθέντες καλοθελητές της δημοκρατίας απαιτούν επιχειρήματα, ακόμη και αν αυτά που επιστρατεύουν οι ίδιοι είναι παντελώς φαιδρά και βασιζόμενα σε ψεύδη, θα καταθέσω κι εγώ ότι μπορώ.
Πρώτον, ο Τσάβες κέρδισε τρεις-τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις με τα ποσοστά να είναι συντριπτικά υπέρ του. Να σημειωθεί ότι δεν καταγράφηκε ούτε μία σοβαρή καταγγελία νοθείας από ανεξάρτητους παρατηρητές. Να θυμίσω στο σημείο αυτό, έτσι για να ευθυμίσουμε, το πανηγύρι των αμερικανικών εθνικών εκλογών και την καταμέτρηση στη Φλόριδα, όπου ακόμη δεν έχουμε καταλήξει αν εκτός από τους ανθρώπους τον Μπους ψήφισαν ακόμη και αλιγάτορες. Να θυμίσω επίσης ότι στη Βενεζουέλα εκπέμπουν και προπαγανδίζουν κανονικά ιδιωτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές λειτουργούν απερίσπαστα (βλέπε το ντοκιμαντέρ του Εξάντα του Γ. Αυγερόπουλου για το θέμα). Το ότι ο Τσάβες ήθελε να πνίξει τον ιδιοκτήτη του μεγαλύτερου ιδιωτικού καναλιού δεν είναι κατακριτέο. Κι εγώ θέλω να πνίξω τον Ψυχάρη και τον Αλαφούζο.
Δεύτερον, όταν οι εχθροί του επικαλούνται το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1992 για να τονίσουν τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα του, ξεχνούν ότι αυτό στόχευε έναν πρόεδρο ο οποίος, αφού κάποια χρόνια νωρίτερα είχε εκλεγεί δαιμονοποιώντας και εξορκίζοντας τις πολιτικές του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας ακολούθως τις ασπάστηκε ασθμαίνων. Πέραν αυτού, φαίνεται να αγνοούν ότι το εγχείρημα τύγχανε λαϊκής στήριξης, όπως αποδείχτηκε περίτρανα στη συνέχεια. Σας θυμίζει κάτι; Εμένα αμυδρά. Στον Πρετεντέρη όμως, ίσως να θυμίζει κάτι παραπάνω, γιατί τρέμει στην ιδέα του απρόβλεπτου παράγοντα, αυτού που δεν θα μπορεί να ελέγξει από το βήμα του.
Τρίτο, ο Τσάβες ήταν ουσιαστικά μισητός για έναν και μόνο λόγο. Γιατί επί της προεδρίας του η Βενεζουέλα απέκτησε υπόσταση διαφορετική από μιας μπανανίας, αυτή δηλαδή που επιφυλάσσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για χώρες με σημαντικό φυσικό πλούτο και ομορφιά (ο Ραφαηλίδης υποστήριζε σε ένα βιβλίο του ότι Βενεζουέλα σημαίνει μικρή Βενετία). Την ώρα που η συμμορία έχει δώσει μπιτ παρά το λιμάνι του Πειραιά στους Κινέζους συντρόφους, τη Χαλκιδική στον Μπόμπολα και τη Θράκη στους Καναδούς, ο Τσάβες ήδη από καιρό καμάρωνε για την εθνικοποίηση των πετρελαϊκών πηγών τις οποίες απομυζούσαν διάφορα ευαγή ιδρύματα όπως η Exxon Mobil. 
Τέταρτο και σημαντικότερο. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τσάβες, η UNICEF κατέγραψε εξάλειψη του αναλφαβητισμού. Τα Ηνωμένα Έθνη κατέγραψαν υποδιπλασιασμό της φτώχειας από το 2002 έως το 2011. Μπορεί κάποια ευρωπαϊκή χώρα να παρουσιάσει παρεμφερή επιτεύγματα; Μπορεί η Ελλάδα του Σαμαρά, του Κρανιδιώτη, του φτερωτού γιατρού και του Μπένι να καυχηθεί για έστω, κάτι παραπλήσιο;
Ήταν επί Τσάβες όλα καλώς καμωμένα; Μάλλον όχι. Ο αντιαμερικανισμός του τον οδήγησε να συγχρωτίζεται με φιγούρες οι οποίες δεν είχαν, ούτε έχουν καμία απολύτως σχέση με τις αρχές του μπολιβαρισμού. Υπήρχαν στοιχεία λαϊκισμού στον τρόπο που πολιτευόταν; Μάλλον υπήρχαν. Από την άλλη όμως, αν το politically correct κατεστημένο αποδοκίμαζε ως λαϊκιστικό τον χαρακτηρισμό που επιφύλλασε ο Τσάβες για τον Μπους ως αλκοολικού εγκληματία πολέμου, τότε χίλιες φορές λαϊκιστής παρά ψεύτης. Οργάνωσε την παραγωγική δομή της χώρας του με τέτοιο τρόπο ώστε να απεξαρτηθεί από τις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου; Μπορεί και όχι. Το θέμα είναι τι εννοούν οι πολέμιοί του με τον όρο παραγωγική δομή, γιατί υποψιάζομαι ότι εννοούν την ανάπτυξη στην οποία οι εταιρίες τους θα είχαν τη μερίδα του λέοντος στα κέρδη και θα όριζαν τους όρους του παιχνιδιού (σας θυμίζει κάτι; εμένα αμυδρά). Τέλος, ο καναλάρχης και βασικός αντίπαλός του κατηγορούσε τον Τσάβες στο ντοκιμαντέρ του Αυγερόπουλου ότι με την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας και τις παροχές του προς τις ασθενέστερες τάξεις, εξέθρεψε έναν λαό τεμπέληδων. Έτσι είναι τα πράγματα για τον νεοφιλελευθερισμό, αυτή είναι η βασική του διδαχή ήδη από τη δεκαετία του '70. Κανένας πολίτης να μη δικαιούται τίποτα a priori, ανεξαρτήτως του πόσο δυσχερείς είναι οι συγκυρίες στις οποίες καλείται να ζήσει. Ούτε στέγη, ούτε περίθαλψη, ούτε εκπαίδευση. Ο Τσάβες προσπάθησε για το στοιχειώδες, να φέρει στο προσκήνιο ένα τεράστιο τμήμα του πληθυσμού που ήταν στην αφάνεια και να του δώσει τα στοιχειώδη. Και αυτό το έκανε με επιτυχία. Είπαμε, κουκιά μετρημένα. 
   Στο εσταντανέ, ο λαϊκιστής πρόεδρος Ούγκο Τσάβες δίπλα στον λαϊκιστή θρύλο της μπάλας Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, ο οποίος φοράει λαϊκιστικό t-shirt που χαρακτηρίζει τον Τζορτζ Μπους εγκληματία πολέμου.

Οι Γερμανοί (ρόκερς) είναι φίλοι μας

Με χρονοκαθυστέρηση που θα ζήλευαν και τα χρηματοκιβώτια με τα κλεμμένα λάφυρα του χι Μπόμπολα και του ψι Κόκκαλη, επανέρχομαι με σκοπό όχι μόνο να μνημονεύσω κάτι το οποίο είχα κάμποσο να ζήσω, αλλά και να προσπαθήσω να αποκαταστήσω μια εν εξελίξει μουσική αδικία. Αυτό που είχα καιρό να ζήσω, δεν ήταν άλλο από μια κανονική ροκ συναυλία. Ροκ συναυλία με τα όλα της. Πήρα λοιπόν τον σχεδόν μόνιμο συναυλιακό μου παρτενέρ τα τελευταία δύο χρόνια και κίνησα για το Αν στη Σολωμού. Ήταν ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, για τον Ολυμπιακό που ταλαιπωρούσε τον πολυπληθή και συγκλονιστικό λαό του την ίδια ώρα στην Ισπανία ήταν μάλλον του Αγίου Βαρθολομαίου ή η Νύχτα των Κρυστάλλων -διαλέγετε και παίρνετε, και τα Εξάρχεια αντιστέκονταν σθεναρά στη γλυκανάλατη αηδία παραμένοντας λουσμένα στο γνωστό αρρωστιάρικο και λατρεμένο κίτρινο φως και στην εξίσου γνώριμη και οικεία υγρασία. Έξω από το Αν, το γνωστό συνοθύλευμα φρικιών, παλιοροκάδων και αδιάφορων σαν την αφεντιά μου και στη συνέχεια η συνήθης διαδικασία -μαρκάρισμα με σφραγίδα στο αντιβράχιο σαν αργεντίνικα μοσχάρια από τους πορτιέρηδες και κάθοδος στα άδυτα των αδύτων. Μπόλικος κόσμος για καθημερινή και με την επομένη να είναι εργάσιμη για τους λίγους που παρέμεναν εργαζόμενοι, βρήκαμε μια τρύπα και στριμώξαμε τα διόλου ευκαταφρόνητα κυβικά μας. Θα με συγχωρήσει το φιλότιμο σχήμα που άνοιγε το δρώμενο, αλλά δεν έδωσα μεγάλη σημασία στην εμφάνισή τους. Αντίθετα, όταν έσκασε η χρονοκάψουλα επί σκηνής και αποβιβάστηκαν οι Samsara Blues Experiment των τεσσάρων Βερολινέζων, καθήλωσα το βλέμμα σαν να έπαθα επιληψία. Το δίωρο σετ ήταν ότι ακριβώς περίμενα να ακούσω. Κολασμένα riffs, αναλογικά εφφέ στις κιθάρες, αντιραδιοφωνικά solo διάρκειας άνω των πέντε λεπτών έκαστο, σκόρπιοι στίχοι, μπύρες στο πλαστικό ποτήρι και στην κατακλείδα, όπως λένε και οι αγαπητοί παοκτζήδες, τα μυαλά μας πόνεσαν. Αποχωρήσαμε ευτυχείς και βαρήκοοι (ο συνοδοιπόρος από το αριστερό ους κι εγώ από το δεξί), κι εγώ τουλάχιστον βαθιά περήφανος που η παλιά μου γείτονιά έδειχνε να έχει ακόμα παλμό.
Και τώρα η αποκατάσταση της αδικίας...
Εξηγούμαι για να μην παρεξηγούμαι. Ειδήμων της γερμανικής ροκ δεν είμαι, από την άλλη όμως έχουν υπάρξει κάποια συγκροτήματα που με έχουν σημαδέψει και οι Samsara Blues Experiment είναι το τρίτο κατά σειρά. Προηγήθηκαν αυτών σε πολύ νεαρή ηλικία οι Eloy, γνωστοί και μη εξαιρετέοι για το ψυχεδελικό ροκ που έπαιξαν τη δεκαετία του '70. Ένας επιπλέον λόγος που εξηγεί το δέσιμό μου με τους εν λόγω, είναι ότι τους άκουγα ασταμάτητα στο σουβλατζίδικο της γειτονιάς μου στη Σπάρτη -ίσως το καλύτερο στην κατηγορία του σε ολάκερο τον γαλαξία- καθώς ο αδερφός του ιδιοκτήτη και καλός φίλος γούσταρε να διπλώνει πιτόγυρα ακούγοντας Sabbath, Ozzy, Randy Rhodes και Eloy ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του '90 και πολύ πριν αυτό γίνει μόδα στην πρωτεύουσα. Πρώτοι όμως χρονικά και ιεραρχικά δεν παύουν να είναι οι Scoprions. Ναι, οι γνωστοί γραφικοί τη σήμερον Scorpions, αυτοί που εδώ και δέκα χρόνια κάνουν αποχαιρετιστήρια περιοδεία και σίγουρα έχουν παιξει στο καφενείο και του δικού σας χωριού. Αυτή όμως η εικόνα, που αντικατοπτρίζεται περίτρανα στα γραφικά ντουέτα τους με τον έτερο αποπεπτωκότα και αδικημένο ρόκερ Βασίλη Παπακωνσταντίνου στο Φάληρο, τους αδικεί. Και τους αδικεί ακόμη περισσότερο το γεγονός ότι έχουν εσχάτως προκύψει όψιμοι οπαδοί της ροκ, οι οποίοι μιλάνε για το συγκρότημα με άκρως απαξιωτικό τόνο. Χωρίς να θέλω να επιπλήξω κανέναν, οφείλω να καταθέσω τα εξής. Το ροκ που έπαιξαν οι Scorpions τις δεκαετίες του '70 και του '80, ήταν εκπληκτικής πάστας, ειδικά δε τα back to back Fly to The Rainbow και In Trance καθώς και το κολοσσιαίο live Tokyo Tapes έχουν ήδη μπει στο πάνθεον της ροκ. Με κινητήρια δύναμη έναν από τους μεγαλύτερους συνθέτες riff κι έναν τραγουδιστή με μοναδικό ηχόχρωμα, οι Scorpions έχουν υπάρξει αυτό που λέει και ο τίτλος ενός από τα χιτ τους. Δυναμίτες. Ειδικής μνείας αξίζει ένας σπουδαίος κιθαρίστας που πλαισίωνε την μπάντα στα ανωτέρω αριστουργήματα και δεν είναι άλλος από τον Uli Jon Roth, ένας πραγματικός Ευρωπαίος Hendrix. Αυτά για την αποκατάσταση της αδικίας που λέγαμε.